ΛΗΨΗ ΕΜΒΡΥΙΚΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ
Η λήψη εμβρυϊκού αίματος είναι εξέταση προγεννητικού ελέγχου του εμβρύου που γίνεται προκειμένου να διαπιστωθεί αν το έμβρυο πάσχει από αναιμία ή άλλες αιματολογικές διαταραχές, μεταβολικά νοσήματα ή λοιμώξεις.
Πραγματοποιείται όπως η αμνιοπαρακέντηση με την είσοδο μιάς πολύ λεπτής βελόνας στην κοιλιά και λήψη εμβρυϊκού αίματος από τον ομφάλιο λώρο, μετά τις 18 εβδομάδες της κύησης και κάτω από συνεχή υπερηχογραφικό έλεγχο. Συνοδεύεται από μικρή πιθανότητα αποβολής, περίπου 1-2%.
Η χρήση της τεχνικής αυτής είναι περιορισμένη για τον έλεγχο των χρωμοσωμάτων και των γενετικών προβλημάτων του εμβρύου λόγω του ότι η αμνιοπαρακέντηση και η λήψη τροφοβλάστης έχουν μικρότερο κίνδυνο αποβολής και παρέχουν τις απαραίτητες διαγνωστικές πληροφορίες. Το αποτέλεσμα βέβαια του εμβρυϊκού καρυότυπου μέσω εμβρυϊκού αίματος είναι ταχύτερο, βγαίνει περίπου σε 48 ώρες. Ακόμα μπορεί να ληφθούν κάποιες φορές επιπλέον πληροφορίες όταν τα αποτελέσματα από τη λήψη τροφοβλάστης ή την αμνιοπαρακέντηση είναι ασαφή.